“Κανονισμός ρύθμισης μέτρων για την πρόληψη και αντιμετώπιση πυρκαγιών σε δασικές και αγροτικές εκτάσεις ”

    ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΗ Υπ’ αριθ. 9/2000
(ΦΕΚ Β’ 1459/30-11-2000)
“Κανονισμός ρύθμισης μέτρων για την πρόληψη και αντιμετώπιση πυρκαγιών
σε δασικές και αγροτικές εκτάσεις ”
όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με την 9Α/2005 Πυρ/κή Διάταξη (ΦΕΚ Β’ 1554) και ισχύει  ΟΙ    ΥΠΟΥΡΓΟΙ 
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΑΙ
                       ΔΗΜΟΣΙΑΣ  ΤΑΞΗΣ

Έχοντας υπόψη :
1. Τις διατάξεις:
α.- Της παράγρ. 2 του άρθρου 5 του Ν. 2612/1998 “Ανάθεση της δασοπυρόσβεσης στο Πυροσβεστικό Σώμα και άλλες διατάξεις” (Α΄ 112).
β.- Του άρθρου 29 του Ν.1558/1985 “Κυβέρνηση και Κυβερνητικά όργανα” (Α΄137), το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 27 του Ν.2081/1992 (Α΄154) και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παράγρ. 2 του Ν. 2649/1997 (Α΄ 38).
γ.- Του Ν. 998/1979 “Περί προστασίας των δασών και  των δασικών εν γένει εκτάσεων της χώρας” όπως τροποποιήθηκε, συμπληρώθηκε και ισχύει (Α΄ 289)
δ.- Του  Ν.1845/1989 “Δασοπροστασία και άλλες διατάξεις ” (Α’ 102)
ε.- Του  Ν.Δ. 3030/1954 “Περί αγροφυλακής” (Α’ 244)
     στ.- Του Ν. 616/1977 “Περί εκδόσεως Πυροσβεστικών Διατάξεων” (Α’ 166) 
ζ.- Του Π.Δ. 575/1980 “Περί κηρύξεως ιδιαιτέρως ευαίσθητων εις πυρκαγιάς περιοχών δασών και δασικών εκτάσεων ως επικινδύνων ” (Α’ 157)
η.- Της 12030 Φ.109.1/10-5-1999 K.Y.A. (B’ 713) “Pύθμιση θεμάτων συνεργασίας του Πυρ/κού Σώματος με τους άλλους εμπλεκόμενους Φορείς στην πρόληψη και καταστολή των δασικών πυρκαγιών”
θ.-   Την υπ’ αριθμ. 353001/13-4-2000 (ΦΕΚ B’ 566) απόφαση του Πρωθυπουργού για ανάθεση αρμοδιοτήτων στους Υφυπουργούς Γεωργίας.
2. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις του παρόντος Κανονισμού δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του  κρατικού προϋπολογισμού,
3. Τις σχετικές έγγραφες προτάσεις των αρμοδίων Υπηρεσιών.
4. Την ανάγκη καθορισμού μέτρων με σκοπό την πρόληψη και αντιμετώπιση πυρκαγιών σε δασικές και αγροτικές εκτάσεις.
                                                     Ε γ κ ρ ί ν ο υ μ ε
   την  Πυροσβεστική Διάταξη  9/2000 του Αρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος, που έχει ως εξής :

Άρθρο  1 

Πεδίο εφαρμογής
1. Εκτάσεις στις οποίες έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του παρόντος  κανονισμού είναι:
α) Τα δάση και οι δασικές εκτάσεις, όπως αυτές ορίζονται και περιγράφονται στις παραγρ. 1,2,3,4 και 5 του άρθρου 3 του Ν.998/1979.  
β)  Οι χορτολιβαδικές εκτάσεις, καθώς και οι βραχώδεις και πετρώδεις εκτάσεις, που βρίσκονται σε πεδινά εδάφη, σε ανώμαλα εδάφη και σε λόφους, όπως αυτές καθορίζονται στο άρθρο 3 του Ν.998/1979 και
γ) Οι αγροτικές εκτάσεις, όπως αυτές περιγράφονται στο άρθρο 2 του   Ν.Δ. 3030/1954.
2. Οι  διατάξεις  του  παρόντος κανονισμού δεν  έχουν  εφαρμογή στις παρακάτω περιοχές :
α.- Στις περιοχές που υπάρχουν εγκεκριμένα σχέδια πόλεως ή καταλαμβάνονται από οικισμούς, που προϋπήρχαν του έτους 1923 ή πρόκειται περί οικοδομήσιμων εκτάσεων των οικιστικών περιοχών.
β.-  Στις αλυκές
γ.-  Στους αρχαιολογικούς χώρους και
       δ.- Στα λατομεία και ορυχεία
 Άρθρο  2
Γενικές απαγορεύσεις
Στις περιοχές της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου απαγορεύεται, με την επιφύλαξη των ρυθμίσεων των επόμενων άρθρων :
1.      Να ανάβεται και να διατηρείται  για οποιοδήποτε σκοπό φωτιά στην ύπαιθρο.
2.      Να ανάβεται και να διατηρείται για οποιοδήποτε σκοπό φωτιά εντός κατοικιών, ξενοδοχείων, εργαστηρίων, καλυβιών, ποιμνιοστασίων, σκηνών, αυλών ή περιφραγμένων ακάλυπτων χώρων, που βρίσκονται εντός δασών και δασικών εκτάσεων και μέχρις απόσταση 300 μέτρων.
3.      Να τοποθετούνται, φυλάσσονται ή εγκαταλείπονται  εύφλεκτες ύλες ή άχρηστα είδη ή απορρίμματα εντός των δασών ή δασικών εκτάσεων και μέχρις αποστάσεως 300 μέτρων από αυτές.
4.      Η δημιουργία χώρων απόρριψης και η καύση απορριμμάτων εντός των δασών ή δασικών εκτάσεων και μέχρις αποστάσεως 500 μέτρων από αυτές.
5.      Η εντός δασών και δασικών εκτάσεων και μέχρις αποστάσεως 100 μέτρων από αυτές καύση ανθρακοκαμίνων, όπως και η εγκατάσταση εργαστηρίου ή τεχνικού συγκροτήματος που λειτουργεί με καύσιμη ύλη.
6.      Η εντός δασών και δασικών εκτάσεων θήρα με όπλα, που έχουν βύσμα από ύλη, από την οποία μπορεί να μεταδοθεί φωτιά.
7.      Το κάπνισμα μελισσών.
8.      Η καύση αγρών ή αγροτικών και χορτολιβαδικών εκτάσεων.
9.      Η απόρριψη αναμμένων τσιγάρων - σπίρτων και άλλων υλών.
Άρθρο 3
Ειδικές ρυθμίσεις – διατάξεις
1. Οι  Διοικητές των Περιφερειακών Διοικήσεων Πυροσβεστικών Υπηρεσιών, εκδίδουν                   μέχρι τέλους Μαρτίου κάθε έτους, ύστερα από έγγραφη εισήγηση των αρμοδίων κατά τόπον  Πυροσβεστικών Υπηρεσιών, διατάξεις, οι οποίες εγκρίνονται από το Γενικό Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας και ρυθμίζουν τα χρονικά όρια για τη χρήση πυρός στις περιοχές που έχει εφαρμογή ο παρών κανονισμός.    
2. Κατ’ εξαίρεση των οριζομένων στο προηγούμενο άρθρο επιτρέπονται  ενέργειες και εργασίες που απαιτούν τη χρήση φωτιάς στην ύπαιθρο μόνο κάτω από τους όρους και τις προϋποθέσεις που περιγράφονται στα άρθρα 4 έως και 11 του παρόντος.
Άρθρο 4
Δραστηριότητες χωρίς άδεια της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας
όπως τροποποιήθηκε με την 9Α/2005 Πυρ/κή Διάταξη (ΦΕΚ Β’ 1554)

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της ΚΥΑ 568/125347/20-1-2004  “Κώδικες Ορθής Γεωργικής Πρακτικής” (Β’ 142) όπως ισχύει κάθε φορά, επιτρέπεται από 1ης Νοεμβρίου μέχρι και 30 Απριλίου του επομένου έτους, το άναμμα φωτιάς στην ύπαιθρο χωρίς την έκδοση άδειας από την Πυροσβεστική Υπηρεσία, για την εκτέλεση γεωργικών ή άλλων εργασιών περιορισμένης έκτασης, για τις οποίες δεν προκύπτουν για το παραπάνω χρονικό διάστημα διαφορετικά μέτρα από την παρούσα ή άλλη διάταξη, εφόσον ληφθούν από τον ενεργούντα την καύση όλα τα απαραίτητα κατά περίπτωση μέτρα για την αποφυγή εκδήλωσης πυρκαγιάς».
2. Επιτρέπεται από 1η Νοεμβρίου μέχρι 30 Απριλίου του επομένου έτους, το άναμμα και η διατήρηση φωτιάς για λόγους εστίασης ή κατασκήνωσης  στην ύπαιθρο εντός δασών και δασικών εκτάσεων, εφόσον  λαμβάνονται  τα παρακάτω μέτρα:
α.- Γίνεται πλήρης αφαίρεση της παρεδάφιας βλάστησης σε ακτίνα 2 τουλάχιστον μέτρων από την εστία.
β.- Τηρείται η ελάχιστη απόσταση της εστίας από παρακείμενη δενδρώδη ή θαμνώδη βλάστηση που είναι τουλάχιστον 10 μέτρα και εξασφαλίζεται με τοποθέτηση περιμετρικά της εστίας της φωτιάς κατάλληλου μεγέθους λίθων.
γ.- Υπάρχει ικανή ποσότητα νερού για την αντιμετώπιση της φωτιάς, σε περίπτωση που αυτή ξεφύγει από τον έλεγχο.
δ.- Σε περίπτωση απομάκρυνσης των ατόμων που άναψαν φωτιά, υποχρεούνται στην  πλήρη κατάσβεσή της ή στο σκέπασμά της με ποσότητα χώματος.    
3. Επιτρέπεται για το χρονικό διάστημα από 1ης Μαρτίου μέχρι και 31 Οκτωβρίου κάθε       έτους, το άναμμα φωτιάς για λόγους εστίασης  μόνον  εντός οργανωμένων για το  σκοπό αυτό χώρων, όπως κάμπινγκ και εφόσον λαμβάνονται τα μέτρα της προηγούμενης παραγράφου.
4. Κατ’ εξαίρεση των απαγορεύσεων της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του παρόντος κανονισμού επιτρέπεται το άναμμα φωτιάς καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους στα οικοδομήματα και τους χώρους που περιγράφονται σε αυτό, εφόσον λαμβάνονται από τους ιδιοκτήτες ή εκμεταλλευτές τα παρακάτω μέτρα: 
α.-   Τοποθετείται στους καπνοδόχους κατάλληλη συσκευή για την πρόληψη της εκτίναξης σπινθήρων.
β.-   Καθαρίζονται οι καπνοδόχοι από την αιθάλη.
γ.-   Σβήνεται η φωτιά μετά το τέλος της χρήσης.
δ.- Υπάρχει παροχή ή ικανή ποσότητα νερού ή άλλων φορητών μέσων για την αποτελεσματική καταστολή της, εάν αυτό απαιτηθεί.
ε.-   Καθαρίζεται ο χώρος από την παρεδάφια βλάστηση, σε ικανή απόσταση από την εστία της φωτιάς.
Άρθρο 5
Καύση σιτοκαλαμιάς και άλλων γεωργικών υπολειμμάτων
όπως τροποποιήθηκε με την 9Α/2005 Πυρ/κή Διάταξη (ΦΕΚ Β’ 1554)

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της ΚΥΑ 568/125347/20-1-12004 “Κώδικες Ορθής Γεωργικής Πρακτικής” (B’ 142), για τους μήνες  Μάιο μέχρι και  Οκτώβριο κάθε έτους, επιτρέπεται ύστερα από άδεια, ατομική ή ομαδική, που εκδίδεται από την αρμόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία, η καύση αγροτικών εκτάσεων, υπό την επίβλεψη του ενδιαφερόμενου, κατά τις πρωινές ώρες μέχρι τη 12η μεσημβρινή, όταν ο δείκτης επικινδυνότητας που εκδίδεται αρμοδίως, είναι για την περιοχή καύσης 1 (χαμηλή) ή 2 (μέση) και εφόσον λαμβάνονται σωρευτικά τα ακόλουθα μέτρα :
α.- Δημιουργία ψιλής ζώνης με άροση ή προωθητήρα πλάτους τουλάχιστον 10 μέτρων γύρω από την υπό καύση περιοχή, όταν αυτή απέχει λιγότερο από 300 μέτρα από δάση ή δασικές εκτάσεις και στις λοιπές περιπτώσεις  ζώνη  τουλάχιστον τριών (3) μέτρων.
β.- Τεμαχισμός με άροση ή άλλο τρόπο της υπό καύση έκτασης, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται ο έλεγχός της  όταν η περιοχή απέχει λιγότερο από 300 μέτρα από δάση ή δασικές εκτάσεις. 
γ.- Πρόβλεψη να διαβρέχεται η ψιλή ζώνη προς την πλευρά του δάσους ή της δασικής έκτασης όταν αυτή απέχει λιγότερο από  300 μέτρα από την υπό καύση περιοχή και 50 μέτρα από δεντροστοιχία.
δ.- Εξασφάλιση της παρουσίας φορητών  μέσων για την αντιμετώπιση τυχόν επέκτασης της φωτιάς από  απρόβλεπτα αίτια (υδροφόρων - γεωργικών ελκυστήρων - πτυοσκαπάνων κλπ) καθώς και οχήματος της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, όπου οι υπηρεσιακές ανάγκες το επιτρέπουν και μόνον  σε περιπτώσεις ομαδικών καύσεων.
ε.- Ειδικά για τις περιοχές  πρώτης επικινδυνότητας,  όπως  αυτές προσδιορίζονται στο Π.Δ.
575/80 “Περί κηρύξεως ιδιαιτέρως ευαίσθητων εις πυρκαγιάς περιοχών δασών και δασικών εκτάσεων ως επικινδύνων” (Α’157), ο Διοικητής της οικείας Πυροσβεστικής Υπηρεσίας όταν κρίνει απαραίτητο, ζητά επιπλέον των ανωτέρω και βεβαίωση Γεωπόνου της οικείας Νομαρχίας, στην οποία αναφέρεται η αναγκαιότητα της καύσης».                                               
2. Επιτρέπεται κατά το χρονικό διάστημα από 1η Νοεμβρίου μέχρι και 30 Απριλίου του επόμενου έτους, στις επικίνδυνες περιοχές, όπως αυτές ορίζονται με το Π.Δ. 575/81, η καύση αγροτικών εκτάσεων που βρίσκονται εντός δασικών εκτάσεων ή σε απόσταση μικρότερη από 300 μέτρα από αυτές και 50 μέτρα από δενδροστοιχίες, χωρίς άδεια της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, μόνον όταν λαμβάνονται  όλα τα μέτρα της προηγούμενης παραγράφου, ενώ  για τις λοιπές περιοχές της χώρας, μόνον όταν λαμβάνονται τα μέτρα της περίπτωσης (δ) της προηγούμενης παραγράφου.
Άρθρο 6
Τοποθέτηση - φύλαξη ευφλέκτων και άχρηστων ειδών
1. Απαγορεύεται η εγκατάλειψη εύφλεκτων υλών ή άχρηστων ειδών στην ύπαιθρο. Επιτρέπεται η τοποθέτηση - φύλαξή τους σε κατάλληλο χώρο η απόσταση του οποίου είναι 300 μέτρα από τις παρυφές δασών ή δασικών εκτάσεων και 50 μέτρα από δενδροστοιχίες με δενδρώδη και θαμνώδη βλάστηση.
2. Σε περίπτωση που δε μπορεί να ανεβρεθεί χώρος εκτός δάσους, όπως αυτός ορίζεται στην προηγούμενη παράγραφο, κατ’ εξαίρεση μπορούν να αποθηκευθούν εύφλεκτα υλικά σε αποθηκευτικούς χώρους, που βρίσκονται εντός δασών και δασικών εκτάσεων ή πλησίον αυτών, κατόπιν αδείας του οικείου Δασάρχη και μόνον εφόσον τηρούνται τα μέτρα που έχουν υποδειχθεί από την αρμόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία, εκδιδομένου  στην περίπτωση αυτή σχετικού πιστοποιητικού πυρασφαλείας. 
                                                                 Άρθρο 7
                                                     Χώροι απορριμμάτων
όπως τροποποιήθηκε με την 9Α/2005 Πυρ/κή Διάταξη (ΦΕΚ Β’ 1554)

1. Απαγορεύεται καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου η καύση απορριμμάτων τόσο εντός των  Χώρων Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων (ΧΥΤΑ) όσο και στους υφιστάμενους χώρους ανεξέλεγκτης εναπόθεσης απορριμμάτων που γειτνιάζουν με εκτάσεις που εμπίπτουν στις διατάξεις της Δασικής Νομοθεσίας ή βρίσκονται σε απόσταση μικρότερη των τριακοσίων (300) μέτρων απ’ αυτές.
2. Για την αντιπυρική προστασία των Χώρων Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων (ΧΥΤΑ) λαμβάνονται απαραίτητα τα ακόλουθα μέτρα :
     α.- Περιμετρική περίφραξη και κατασκευή αντιπυρικής ζώνης ελάχιστου πλάτους 8 μέτρων,
          εφόσον από τη μορφολογία του εδάφους απαιτείται.
     β.- Αποθήκες εδαφικού υλικού για τη χωματοκάλυψη εστιών πυρκαγιάς στα απορρίμματα.
     γ.- Δεξαμενή πυρόσβεσης επαρκούς χωρητικότητας.
     δ.- Πινακίδες αναγνωρίσιμες από απόσταση για την απαγόρευση του καπνίσματος.
     ε.- Τοποθέτηση σε εύκολα προσβάσιμα σημεία των Χώρων Υγειονομικής Ταφής των
          απορριμμάτων φορητών πυροσβεστήρων.
    στ.- Σε Χώρους Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων με δυναμικότητα άνω των πεντακοσίων
         (500) τόνων ημερησίως να παρευρίσκεται βυτιοφόρο όχημα, κατά την αντιπυρική περίοδο.
      ζ.- Ύπαρξη σχεδίου αντιμετώπισης πυρκαγιών και εγχειρίδιο οδηγιών πρόληψης και
           αντιμετώπισης πυρκαγιάς.
     η.- Συγκρότηση ομάδας πυρασφαλείας κατάλληλα εκπαιδευμένης.
     θ.- Εκτέλεση άσκησης πυρόσβεσης κάθε χρόνο.
     ι.-  Στους χώρους γραφείων των Χώρων Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων (ΧΥΤΑ) η ανάρτηση σε εμφανή σημεία των τηλεφώνων των αρμοδίων Υπηρεσιών (Πυροσβεστική Υπηρεσία, Ο.Τ.Α, Δασαρχείο).
3. Για τους ΧΥΤΑ που γειτνιάζουν με εκτάσεις, που εμπίπτουν στις διατάξεις της Δασικής Νομοθεσίας και σε απόσταση λιγότερη από 300 μέτρα υποδεικνύεται από την κατά τόπο αρμόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία η λήψη πρόσθετων μέτρων, εάν αυτό απαιτείται.
4. Στους  χώρους ανεξέλεγκτης εναπόθεσης απορριμμάτων, που υφίστανται κατά τη δημοσίευση της παρούσας διάταξης, ενεργείται κάθε χρόνο πριν από την έναρξη της αντιπυρικής περιόδου, αυτοψία από τριμελή Επιτροπή ανά νομό, που συγκροτείται για κάθε Περιφέρεια τον Ιανουάριο κάθε έτους με απόφαση του αρμόδιου κατά τόπο Γενικού Γραμματέα και αποτελείται από έναν Αξιωματικό του Πυροσβεστικού Σώματος, της Ελληνικής Αστυνομίας και έναν υπάλληλο των Περιφερειακών Δασικών Υπηρεσιών, με την ιδιότητα του Δασολόγου ή Δασοπόνου. Η αυτοψία πραγματοποιείται για τη διαπίστωση των υπαρχόντων μέτρων και μέσων πυροπροστασίας και την πρόταση των ελλειπόντων. Η Επιτροπή συντάσσει σχετική έκθεση που υποβάλλεται στην αρμόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία καθώς και στην αρμόδια Δ/νση Πολιτικής Προστασίας της Περιφέρειας. Η Περιφέρεια με έγγραφό της αποστέλλει την έκθεση για υλοποίηση στην αρμόδια Δημοτική ή Κοινοτική Αρχή και η Πυροσβεστική Υπηρεσία αποστέλλει την έκθεση στην αρμόδια Εισαγγελία. Τα προτεινόμενα από την Επιτροπή μέτρα πυρασφαλείας είναι απαραιτήτως τα εξής :
     α.- Άνοιγμα λάκκου βάθους 2 μέτρων για την απόθεση των απορριμμάτων, εφόσον το           
          επιτρέπουν οι συνθήκες του εδάφους.
     β.- Περίφραξη με δικτυωτό συρματόπλεγμα ύψους 2,5 μέτρων τουλάχιστον ολόκληρου
          του   χώρου απόρριψης.
     γ.- Διάνοιξη αποψιλωμένης βλαστήσεως ζώνης πλάτους τουλάχιστον 50 μέτρων
        περιμετρικά της περίφραξης.
    δ.- Ύπαρξη επαρκούς αριθμού εργαλείων και ικανής ποσότητας ή παροχής νερού.
Ειδικά κατά τη διάρκεια της αντιπυρικής περιόδου οι Δήμοι και Κοινότητες υποχρεούνται να λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα ασφαλούς φύλαξης σύμφωνα με το άρθρο 118 του Ν.1892/90.
Επίσης, κατά τη διάρκεια των ημερών της αντιπυρικής περιόδου με δείκτη επικινδυνότητας 4 (πολύ υψηλή) και 5 (κατάσταση συναγερμού) για τη συγκεκριμένη περιοχή, επιβάλλεται η παρουσία υδροφόρου οχήματος με μέριμνα του οικείου Δήμου ή Κοινότητας.
5. Στο συνημμένο Παράρτημα, που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας, παρέχεται ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ με τίτλο “EKΘΕΣΗ ΕΛΕΓΧΟΥ ΧΩΡΟΥ ΕΝΑΠΟΘΕΣΗΣ ΑΠΟΡΡΙΜΜΑΤΩΝ” για την υποβοήθηση του έργου της Επιτροπής.».
Άρθρο 8
               Μέτρα για τη λειτουργία ανθρακοκαμίνων ασβεστοκαμίνων και λοιπών εργαστηριακών συγκροτημάτων
όπως τροποποιήθηκε με την 9Α/2005 Πυρ/κή Διάταξη (ΦΕΚ Β’ 1554)

1. Όπου από την ισχύουσα νομοθεσία πυρασφαλείας για τη λειτουργία παντός είδους εγκαταστάσεων και δραστηριοτήτων εντός εκτάσεων που εμπίπτουν στις διατάξεις της Δασικής Νομοθεσίας ή πλησίον αυτών, προβλέπεται η λήψη ειδικών προληπτικών και κατασταλτικών μέτρων πυροπροστασίας, αυτά εφαρμόζονται και επιπροσθέτως λαμβάνονται και τα κατά περίπτωση μέτρα που προβλέπονται από τις διατάξεις  του παρόντος κανονισμού.
2. Επιτρέπεται η εγκατάσταση και λειτουργία ανθρακοκαμίνων, ασβεστοκαμίνων, λοιπών εργαστηριακών ή τεχνικών συγκροτημάτων που λειτουργούν εντός εκτάσεων, που εμπίπτουν στις διατάξεις της Δασικής Νομοθεσίας, ύστερα από άδεια του οικείου Δασάρχη, που αναφέρει ρητά το χρόνο λειτουργίας, και την ακριβή θέση της εγκατάστασης, εφόσον διαπιστώνεται αδυναμία εξεύρεσης έκτασης που να μην εμπίπτει στις διατάξεις της Δασικής Νομοθεσίας. Για τη λειτουργία της εγκατάστασης είναι απαραίτητη η έκδοση πιστοποιητικού πυροπροστασίας από την οικεία Πυροσβεστική Υπηρεσία, το οποίο χορηγείται εφόσον τηρούνται τουλάχιστον οι παρακάτω όροι και προϋποθέσεις που υποδεικνύονται και  ελέγχονται με αυτοψία εντεταλμένων οργάνων της :
α.- Απομάκρυνση της βλάστησης περιμετρικά της εγκατάστασης σε πλάτος 25 μέτρων.
     Σε περιοχές που δεν υπάγονται στο Π.Δ. 575/1980 “Περί κηρύξεως ιδιαιτέρως ευαίσθητων εις πυρκαγιάς περιοχών δασών και δασικών εκτάσεων ως επικινδύνων” (ΦΕΚ Α’ 157) επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση, η απομάκρυνση της βλάστησης περιμετρικά της εγκατάστασης να είναι σε πλάτος 15 μέτρων
β.- Τοποθέτηση κατάλληλης διάταξης για την αποφυγή της διασποράς σπινθήρων στις καπνοδόχους ή σωλήνες εξαγωγής καυσαερίων των εγκαταστάσεων.
γ.- Τοποθέτηση των κατάλληλων κατά περίπτωση φορητών πυροσβεστικών μέσων και εργαλείων που υποδεικνύονται από την Πυροσβεστική Υπηρεσία για την αντιμετώπιση πυρκαγιάς.
Από  την ημερομηνία κτήσης του πιστοποιητικού πυροπροστασίας αρχίζει αυτοδικαίως η έναρξη ισχύος της άδειας λειτουργίας.
                                                                                                                                                                                  
3. Στην περίπτωση που δεν πληρούνται οι όροι και προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου,  εκτός από τις προβλεπόμενες ποινικές ευθύνες,  ανακαλείται από την εκδούσα Πυροσβεστική Υπηρεσία το πιστοποιητικό πυροπροστασίας και παράλληλα κοινοποιείται η ανάκληση του πιστοποιητικού πυροπροστασίας στην αρμόδια  Δασική Υπηρεσία. Από  την ημερομηνία κοινοποίησης της ανάκλησης του πιστοποιητικού πυροπροστασίας θεωρείται αυτοδικαίως η ανάκληση της άδειας λειτουργίας.
Άρθρο 9
Κάπνισμα μελισσών
1.   Το κάπνισμα κυψελών που είναι μέσα σε δάση και δασικές εκτάσεις και σε απόσταση
 μικρότερη των 300 μέτρων από τις παρυφές των δασών επιτρέπεται μόνον εφόσον : 
α.- Γίνει αποψίλωση της βλάστησης του χώρου εγκατάστασης των κυψελών και σε απόσταση  τουλάχιστον 5 μέτρων γύρω από τις κυψέλες.
β.- Η ελάχιστη απόσταση του χώρου εγκατάστασης των κυψελών από τα δένδρα και θάμνους  είναι τουλάχιστον 10 μέτρων.
γ.- Στον χώρο των κυψελών  διατηρείται ικανή ποσότητα νερού (τουλάχιστον 200 λίτρα  νερού).
δ.- Στις κυψέλες και σε εμφανή σημείο αναγράφεται το ονοματεπώνυμο, η διεύθυνση και το τηλέφωνο του ιδιοκτήτη.
 Ειδικά  κατά  την αντιπυρική  περίοδο  επιτρέπεται το κάπνισμα κυψελών μόνο μέχρι τη 12η μεσημβρινή και εφόσον ο δείκτης επικινδυνότητας της περιοχής είναι 1 (μικρή) ή 2 (μέση).
       
2. Το  κάπνισμα  μελισσών  που  είναι  σε  κορμούς   δένδρων   επιτρέπεται   εκτός   αντιπυρικής
περιόδου, μόνον εφόσον επικρατούν κατάλληλες καιρικές συνθήκες, έχουν ληφθεί  τα προληπτικά μέτρα της προηγουμένης παραγράφου και έχει ενημερωθεί η αρμόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία για το χρόνο της ενέργειας του καπνίσματος.
Αρθρο 10
Καύση χορτολιβαδικών εκτάσεων
Η καύση  χορτολιβαδικών  εκτάσεων  επιτρέπεται  μόνο  κατόπιν  αδείας  της αρμόδιας Δασικής
Αρχής. Για την έκδοση της παραπάνω αδείας, απαραίτητη είναι η προηγούμενη έγκριση-θεώρηση από την αρμόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία σχετικής μελέτης για τα αναγκαία μέτρα, μέσα και υλικά πυρασφαλείας που υποβάλλεται από τον ενδιαφερόμενο και περιλαμβάνει οπωσδήποτε τα εξής:
α.- Αιτιολόγηση της σκοπιμότητας της καύσης. 
β.- Την τεχνική της ελεγχόμενης καύσης.
γ.- Το χρόνο ή το χρονικό διάστημα που θα πραγματοποιηθεί η καύση.
δ.- Τα προληπτικά μέτρα και μέσα πυρασφαλείας που θα χρησιμοποιηθούν για την αντιμετώπιση του κινδύνου εξάπλωσης της φωτιάς.

Άρθρο 11

                                                                 Όργανα ελέγχου
1.    Ο έλεγχος των προβλεπόμενων από τον παρόντα κανονισμό μέτρων πυροπροστασίας, ανήκει στα πυροσβεστικά όργανα, τα οποία υποχρεούνται να διευκολύνουν οι ιδιοκτήτες ή οι καθοιονδήποτε τρόπο εκμεταλλευτές ή υπεύθυνοι για τη διαχείριση των εκτάσεων, επιχειρήσεων και δραστηριοτήτων στις οποίες ισχύει αυτός.

2. Για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας σε χωματερές και χώρους απόθεσης απορριμμάτων, λαμβάνονται υποχρεωτικά τα προβλεπόμενα από το άρθρο 7 παράγρ. 2 του παρόντος κανονισμού μέτρα πυρασφάλειας που υποδεικνύονται από την αρμόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία.  Ο έλεγχος εφαρμογής των μέτρων ενεργείται από την αρμόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία καθώς και από την Επιτροπή της παραγράφου  4 του άρθρου 7 της παρούσης.
Άρθρο 12
Ποινικές Κυρώσεις – Πειθαρχικές κυρώσεις
όπως τροποποιήθηκε με την 9Α/2005 Πυρ/κή Διάταξη (ΦΕΚ Β’ 1554)

1.      Με την επιφύλαξη διατάξεων που προβλέπουν αυστηρότερες ποινές, οι παραβάτες του παρόντος κανονισμού  διώκονται και τιμωρούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 458 του Ποινικού Κώδικα.
2.      Οι διατάξεις του άρθρου 184 του Π.Δ. 410/1995 (Α’ 231) “Δημοτικός και Κοινοτικός Κώδικας” όπως ισχύουν, έχουν εφαρμογή για τους παραβάτες της παρούσας, που είναι αιρετά όργανα των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α’ βαθμού.».

                                                               Άρθρο 13
                                    Μεταβατικές  -  Καταργούμενες διατάξεις

1. Σε  υποθέσεις,  που  αφορούν  τα  αντκείμενα  του  παρόντος  Κανονισμού  και  για τις οποίες  ασκήθηκαν ποινική δίωξη πριν από την έναρξή του εφαρμόζονται οι διατάξεις που ίσχυαν κατά τη δίωξη.
2. Κανονισμοί και διατάξεις που έχουν εκδοθεί από άλλες Αρχές πριν τη δημοσίευση του παρόντος κανονισμού και ρυθμίζουν τα θέματα του παρόντος, καταργούνται.
                                                           Άρθρο 14
                                                        Έναρξη ισχύος
Ο παρόν κανονισμός αρχίζει να ισχύει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης.
                                                                                         Αθήνα  25  Ιουλίου  2000
                                                                               Ο  Αρχηγός  Πυροσβεστικού  Σώματος

                                                             Παναγιώτης Φούρλας
                                                                                                  Αντιστράτηγος
Πηγή: Πυροσβεστικό Σώμα
 

Design in CSS by TemplateWorld and sponsored by SmashingMagazine
Blogger Template created by Deluxe Templates Tested Blogger Templates